
Ενδείξεις και Συμπτώματα
Οι διαδερμικές επεμβάσεις αντικατάστασης της αορτικής βαλβίδας (TAVI) ξεκίνησαν πριν περίπου 20 χρόνια. Σήμερα εμφυτεύονται περισσότερες από 500.000 TAVI σε όλο τον κόσμο. Η πρώτη ένδειξη ήταν αρχικά σε ασθενείς υψηλού χειρουργικού κινδύνου ή σε ασθενείς ανεγχείρητους για ανοικτό χειρουργείο με την κλασική χειρουργική αντικατάσταση της αορτικής βαλβίδας. Σήμερα, η επέμβαση TAVI πραγματοποιείται και σε νεότερους ασθενείς με ενδιαμέσου αλλά και χαμηλού χειρουργικού κινδύνου. Πολυάριθμες μελέτες που έχουν πραγματοποιηθεί έχουν αποδείξει την ανθεκτικότητα και την αποτελεσματικότητα των νέων αυτών βαλβίδων.
Στη στένωση της αορτικής βαλβίδας, συγκεκριμένα μόλις εμφανιστούν τα συμπτώματα, η πρόγνωση και η επιβίωση των ασθενών είναι κακές. Τα συµπτώµατα ποικίλλουν και ο ασθενής μπορεί να παρουσιάσει δύσπνοια, εύκολη κόπωση, ζάλη, στηθάγχη αλλά και λιποθυμικά επεισόδια, που χαρακτηρίζονται από απώλεια συνείδησης και οφείλονται στη χαμηλή παροχή αίματος.
Η φαρμακευτική θεραπεία δεν μπορεί να αντιμετωπίσει επαρκώς την νόσο, παρά μόνο η επεμβατική θεραπεία, όπως έχουν καταδείξει μελέτες. Η στένωση της αορτικής βαλβίδας επιδεινώνεται με τον χρόνο και τα συμπτώματα γίνονται όλο και πιο έντονα. Η στένωση της αορτικής βαλβίδας συναντάται συχνότερα σε ηλικιωμένους ασθενείς με πολλά προβλήματα υγείας και αυξημένη συννοσηρότητα. Η ανοικτή καρδιοχειρουργική επέμβαση εμφανίζει αρκετές επιπλοκές και η ανάρρωση των ασθενών είναι εργώδης και χρονοβόρα. Έτσι, λοιπόν, σε αυτούς τους ασθενείς η TAVI αποτελεί πρώτη ένδειξη.

Μετά τη TAVI;
Μετά από την επιτυχημένη επέμβαση ο ασθενής οδηγείται σε μονάδα αυξημένης φροντίδας για την μετεγχειρητική παρακολούθηση. Απαιτούνται συνήθως 24-48 στο κρεβάτι ώστε να επουλωθεί η αρτηρία και έπειτα ο ασθενής κινητοποιείται. Καθόλη τη νοσηλεία είναι ξύπνιος, μπορεί να φάει και να μιλήσει με τους συγγενείς. Λαμβάνει αντιθρομβωτικά φάρμακα για προστασία της βαλβίδας και περιεγχειρητική αντιβιοτική αγωγή. Συνήθως η ανεπίπλεκτη νοσηλεία κυμαίνεται στις 3-4 ημέρες.
Υπάρχουν επιπλοκές;
Πρόκειται για μια επέμβαση που αν και ελάχιστα επεμβατική είναι ιδιαίτερα σύμπλοκη και απαιτεί ειδική εκπαίδευση και εμπειρία. Όπως όλες οι επεμβατικές πράξεις μπορεί να συνοδεύεται από ποσοστό επιπλοκών. Η συνηθέστερη σε ποσοστό περί 10-15% είναι η ανάγκη για εμφύτευση βηματοδότη, που αν απαιτηθεί γίνεται στην ίδια νοσηλεία. Βαρύτερες επιπλοκές όπως αιμορραγία, λοίμωξη, τραυματισμός αορτής, εγκεφαλικό επεισόδιο είναι ευτυχώς σπάνιες και αντιμετωπίζονται από ομάδα ειδικών.